ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ-ΚΕΔΕ-ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΑ

Ο Δήμαρχος Πατρέων, Κώστας Πελετίδης, μίλησε, την Παρασκευή 1 Απριλίου, εκ μέρους της Λαϊκής Συσπείρωσης, στο Διοικητικό Συμβούλιο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, που συνεδρίασε στην Πτολεμαΐδα με βασικό θέμα την ενεργειακή μετάβαση της χώρας.

Στην τοποθέτησή του ο Κώστας Πελετίδης τόνισε:

«Θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος και περιεκτικός, καθώς μπορεί να είμαι Δήμαρχος στην Πάτρα, όμως το χωριό μου είναι από εδώ, το Ρυάκιο Κοζάνης, στην περιοχή για την οποία συζητάμε και στην οποία συνεδριάζουμε. Τα χωράφια μας τότε απαλλοτριώθηκαν για να γίνει ο Ατμοηλεκτρικός Σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου. Και τότε περάσαμε σε “μονοκαλλιέργεια” ενός κλάδου οικονομικής δραστηριότητας, καθώς οι ντόπιοι γίναμε από καλλιεργητές γης, ξαφνικά άνεργοι και μάλιστα με μία αποζημίωση εξευτελιστική. Αντίστοιχη απαλλοτρίωση προχωρά και τώρα.

Το θέμα βέβαια που μας απασχολεί σήμερα, δεν αφορά μόνο την περιοχή εδώ, αλλά αφορά το σύνολο της Ελλάδας. Γιατί και στην Πάτρα, για παράδειγμα, ο λαός μας πληρώνει, έχουμε σπίτια χωρίς ρεύμα το 2022, αλλά και ο Δήμος έχει φτάσει σε σημείο να μην μπορεί να φέρει εις πέραν τη λειτουργία του, λόγω των ανατιμήσεων στην ενέργεια.

Δεν αρκεί όμως να κάνουμε άλλη μία φορά περιγραφή, πρέπει να πάμε στον πυρήνα του θέματος, που είναι πολιτικός, καθώς αφορά στο ποιος αποφασίζει γι’ αυτά τα ζητήματα και με ποιο κριτήριο.

Η συζήτηση για τα ζητήματα της ενέργειας, έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια, καθώς λαμβάνει χώρα η λεγόμενη «ενεργειακή μετάβαση», διανθισμένη μάλιστα με διάφορα προσωνύμια όπως “δίκαιη”, “δημοκρατική” κτλ. Εδώ και αρκετό καιρό έχουν αρχίσει επίσης να φαίνονται οι αρνητικές επιπτώσεις του εν λόγω σχεδιασμού στα λαϊκά στρώματα, με την ολοένα και μεγαλύτερη ενεργειακή φτώχεια, λόγω των δυσβάστακτων τιμών στα καύσιμα, στο ρεύμα. Η κατάσταση αυτή φυσικά εντάθηκε λόγω του πολέμου, όμως δεν οφείλεται κατά κύριο λόγο σε αυτόν. Μάλιστα, ο πόλεμος, λειτουργεί και ως παράγοντας επιτάχυνσης σχεδιασμών που είχαν δρομολογηθεί πριν απ’ αυτόν.

Χρειάζεται, λοιπόν, να απαντήσουμε σε κάποια καίρια ερωτήματα, για να καταλάβουμε ποιες είναι οι αιτίες των προβλημάτων και πού έγκειται η λύση. Ιδιαίτερη σημασία έχει να καταλάβουμε, ειδικά λαμβάνοντας υπ’ όψιν την περιοχή στην οποία συνεδριάζουμε σήμερα, πώς γίνεται, ενώ μέχρι πριν λίγους μήνες, όποιος ψέλλιζε μία κουβέντα ενάντια στην απολιγνιτοποίηση αναγορευόταν αμέσως σε εχθρό του περιβάλλοντος, σήμερα να μην είναι πια και τόσο κακό να συνεχίσουμε να καίμε άνθρακα.

Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε, είναι αν οι «πράσινες» επενδύσεις, συνολικά η στρατηγική της «ενεργειακής μετάβασης» της χώρας μας, έχουν ως κύρια στόχευση την προστασία του περιβάλλοντος, αν οι αστικές τάξεις, τα μονοπώλια της ενέργειας και όχι μόνο, οι κυβερνήσεις, απέκτησαν ξαφνικά αγωνία για το περιβάλλον, που η ίδια η αλόγιστη δραστηριότητά τους καταστρέφει. Στην πραγματικότητα, η κοινή στρατηγική του «Πράσινου NewDeal» των ΗΠΑ και της «Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας» της ΕΕ, έχει βασικό στόχο να δώσει λύση στο πρόβλημα υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για επενδύσεις (π.χ. μεγάλα αιολικά πάρκα κτλ) και ταυτόχρονα να αποσύρει κεφάλαια που έχουν ήδη επενδυθεί (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής).Επιπλέον, στόχος είναι τα μονοπώλια των ΗΠΑ και της ΕΕ να βγουν κερδισμένα στον ανταγωνισμό σε σχέση με τους «αντιπάλους», την Κίνα, τη Ρωσία κτλ. Μάλιστα, πολύ πριν τον πόλεμο, που βεβαίως όξυνε την κατάσταση, αλλά χρησιμοποιείται και ως άλλοθι, οι ΗΠΑ είχαν θέσει ως στόχο να μειώσουν την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ απ' το ρωσικό φυσικό αέριο και ταυτόχρονα να αυξήσουν τις εξαγωγές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Σε αυτό το σχέδιο, η αστική τάξη της χώρας μας συμμετέχει ευχαρίστως και θέλει να αναλάβει κομβικό ρόλο. Άλλωστε, ήδη οι Έλληνες εφοπλιστές ελέγχουν πάνω από το 22% της παγκόσμιας χωρητικότητας των πλοίων μεταφοράς LNG.

Συνεπώς, μπορούμε με ασφάλεια να πούμε, ότι η ενεργειακή μετάβαση, με τον τρόπο που επιχειρείται, έχει στοχεύσεις εντελώς άσχετες, τόσο με την προστασία του περιβάλλοντος, όσο και με το να δοθούν λύσεις στο ενεργειακό πρόβλημα της χώρας και να μειωθεί η ενεργειακή φτώχεια των λαϊκών νοικοκυριών, η οποία έχει εκτοξευθεί σε πρωτοφανή επίπεδα. Τα επιχειρήματα περί προστασίας του περιβάλλοντος κτλ, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ο ιδεολογικός μανδύας που χρησιμοποιείται για να συστρατευθεί ο λαός στη στρατηγική των κυβερνήσεων. Γι’ αυτό και ξαφνικά, με το ξέσπασμα του πολέμου, που έβαλε στο επίκεντρο πιο αποφασιστικά το ζήτημα της απεξάρτησης των ευρωπαϊκών μονοπωλίων απ’ το ρωσικό φυσικό αέριο, η ΕΕ αποφάσισε ξαφνικά ότι τα κράτη – μέλη μπορούν να συνεχίσουν να καίνε άνθρακα για μία περίοδο.

Το δεύτερο ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε, είναι αν ο λιγνίτης μπορεί και πρέπει να συνεχίσει να αξιοποιείται ως πηγή ενέργειας στη χώρα μας. Εμείς απαντάμε πώς πρέπει να συνεχίσει να αξιοποιείται, συνδυασμένα και σχεδιασμένα, μαζί με τις άλλες πηγές ενέργειας, έχοντας ως στόχο την εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας και της ανεργίας, τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας μας, την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια των εργαζομένων, την υγεία των κατοίκων.

Είναι ευρέως γνωστό και αποδεκτό, ότι οι ενεργειακές ανάγκες της Ελλάδας, δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν στηριζόμενες μόνο σε φωτοβολταϊκά και σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Άρα, ουσιαστικά και για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, στόχος του σχεδιασμού που βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι να αντικατασταθεί η ενεργειακή εξάρτηση απ’ το ρωσικό φυσικό αέριο, με την ενεργειακή εξάρτηση απ’ το αμερικάνικο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG).

Το τρίτο και πολύ σημαντικό ερώτημα, έχει να κάνει με το πώς αξιοποιούνται συνολικά οι παραγωγικές δυνατότητες της χώρας. Το σχέδιο για την ευρύτερη περιοχή στην οποία βρισκόμαστε, είναι μετά την απολιγνιτοποίηση να δημιουργηθεί τεράστιο πάρκο με φωτοβολταϊκά (mega). Και θέτουμε το εξής ερώτημα. Είναι δυνατόν, ενόψει και των εξελίξεων, του πολέμου κτλ, τη στιγμή που ο Πρωθυπουργός συγκαλεί σύσκεψη σχετικά με την «επισιτιστική επάρκεια», οι κάμποι της χώρας μας να σπέρνονται με φωτοβολταϊκά; Θεωρούμε πως δεν είναι δυνατόν.

Στο σύστημα όμως που ζούμε, κάθε κλάδος αναπτύσσεται ανταγωνιστικά και πολλές φορές εις βάρος των άλλων κλάδων της οικονομίας, αντί να αναπτύσσονται όλοι μαζί, ισόρροπα, με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες.

Επιπλέον, αποτελεί και κοροϊδία, να λέμε ότι προστατεύουμε το περιβάλλον, επειδή χρησιμοποιούμε την ηλιακή ενέργεια, τη στιγμή που εκχερσώνουμε τεράστιες εκτάσεις για να βάλουμε φωτοβολταϊκά και προκαλούμε ανυπολόγιστη βλάβη στη χλωρίδα και την πανίδα ολόκληρων περιοχών, τη στιγμή που τα γιγαντιαία αιολικά πάρκα καταστρέφουν καταπράσινες δασικές εκτάσεις και επιβαρύνουν τον υδροφόρο ορίζοντα.

Αντίστοιχα συμβαίνει και με το φυσικό αέριο, που προβλήθηκε ως πανάκεια σε σύγκριση με τον «ρυπογόνο λιγνίτη», το οποίο αφενός προσανατολίστηκε στην ηλεκτροπαραγωγή και όχι στη θέρμανση, με αποτέλεσμα τη σπατάλη αντί την εξοικονόμηση ενέργειας, αφετέρου,ήδη από το 2021, οι νέες μονάδες ΑΠΕ αντικαθιστούν πλέον κυρίως την ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο και όχι από άνθρακα στην ΕΕ.

Στο σημείο αυτό πρέπει, επίσης, να πούμε, ότι τη στιγμή που εμφανίστηκαν ως βασική απειλή δημόσιας υγείας οι εξορύξεις υδρογονανθράκων, φαίνεται πως «ξεχάστηκε» το γεγονός πως η υγεία του λαού υποσκάπτεται πολύπλευρα απ' την αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας, καθώς και από τη ρυπογόνο καύση αποβλήτων, την εξόρυξη «σπάνιων γαιών» (αναγκαίων για την «πράσινη μετάβαση»).

Όλες οι Κυβερνήσεις που γνωρίσαμε, τόσο του ΠΑΣΟΚ / ΚΙΝΑΛ, όσο και του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Δημοκρατίας, έχουν πολύ μεγάλη ευθύνη για την ενεργειακή φτώχεια που βιώνει σήμερα ο λαός μας. Όλοι «πίνουν νερό» στο όνομα της πράσινης μετάβασης, είναι συνένοχοι για το σταδιακό κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών από το 2011 και για την επιβολή του εισαγόμενου φυσικού αερίου ως στρατηγικού καυσίμου της ηλεκτροπαραγωγής. Είναι συνένοχοι στην αποδοχή και την προώθηση των κοινοτικών δεσμεύσεων για το εμπόριο ρύπων, που σταδιακά κατέστησαν, με τεχνητές μεγάλες επιβαρύνσεις, τη φθηνή εγχώρια λιγνιτική παραγωγή πιο ακριβή από τις ΑΠΕ και το φυσικό αέριο.

Όλοι μαζί τα προηγούμενα χρόνια, είχαν «σημαία» την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, που τάχα μου θα έφερνε πιο φθηνό ρεύμα στα λαϊκά νοικοκυριά.

Είναι κρίσιμο σήμερα, να έχουμε ως προμετωπίδα της πάλης μας στο ζήτημα της ενέργειας τη σχεδιασμένη αξιοποίηση όλων των εγχώριων πηγών, τόσο των αποθεμάτων λιγνίτη, όσο και των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, με ταυτόχρονη υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, ενάντια στις λογικές περί «νατοϊκού εδάφους» που στόχο έχουν να οδηγήσουν σε συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων μεταξύ των μονοπωλίων. Ταυτόχρονα, να γίνουν τα αναγκαία υδροηλεκτρικά έργα, να αξιοποιηθεί η γεωθερμία και φυσικά και τα αιολικά πάρκα και τα φωτοβολταϊκά, με αυστηρούς όμως όρους χωροθέτησης, ώστε να μην αναπτύσσονται άναρχα και έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στα δάση, στον υδροφόρο ορίζοντα κτλ. Να γίνει ολοκληρωμένος σχεδιασμός για την εξοικονόμηση ενέργειας, χωρίς επιβάρυνση της λαϊκής οικογένειας.

Άμεσα πρέπει να καταργηθούν οι έμμεσοι φόροι, να καταργηθεί η ρήτρα αναπροσαρμογής και να επιβληθεί πλαφόν στις ενεργειακές τιμές όλων των παρόχων, γιατί κινδυνεύουμε μέσα στους επόμενους μήνες και ενώ εμείς συζητάμε περί «ενεργειακής μετάβασης» να μείνουν χιλιάδες λαϊκά νοικοκυριά χωρίς ρεύμα.

Αυτά είναι τα ζητήματα που πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά και για τα οποία πρέπει να διαμορφώσουμε διεκδικήσεις και αιτήματα, αν θέλουμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων ως εκλεγμένοι, αν θέλουμε να υπερασπιστούμε ουσιαστικά τους δημότες μας».